Μουσικό Εργαστήριο: Η μουσική αγαπάει τον αυτισμό
24/11/2014Κιναισθητική άσκηση γραφής για παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες
27/11/2014Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) και η Δυσαναγνωσία είναι σύνθετες αναπτυξιακές διαταραχές που πολύ συχνά εμφανίζονται ταυτόχρονα σε ένα παιδί. Αν ένα παιδί παρουσιάζει αναγνωστικά προβλήματα, είναι πιθανό να εκδηλώνει και συμπτώματα της ΔΕΠΥ. Κι αντιστρόφως, ένα παιδί με ΔΕΠΥ ίσως εκδηλώνει και Δυσαναγνωσία. Ωστόσο, ο λόγος γι’ αυτή τη συσχέτιση παραμένει άγνωστος.
Μια νέα μελέτη που δημοσιεύεται στην τελευταία ειδική έκδοση του Cortex, αφιερωμένη στην «αναπτυξιακή δυσλεξία και δυσγραφία” πρότεινε ότι οι διαταραχές έχουν κοινές γενετικές επιρροές, οι οποίες μπορούν επίσης να οδηγήσουν σε αργή ταχύτητα επεξεργασίας των προσλαμβανόμενων πληροφοριών – ο εγκέφαλος δηλαδή χρειάζεται περισσότερο χρόνο για να επεξεργαστεί τις πληροφορίες που λαμβάνει.
Οι ερευνητές εξέτασαν 457 ζεύγη διδύμων στο Ερευνητικό Κέντρο Μαθησιακών Δυσκολιών του Κολοράντο. Ο Δρ Erik Willcutt και οι συνεργάτες του συνέκριναν ομάδες συμμετεχόντων με και χωρίς Δυσαναγνωσία και ΔΕΠΥ, χρησιμοποιώντας μια σειρά από εξετάσεις για τη μέτρηση της γενικής γνωστικής ικανότητας, της ταχύτητας επεξεργασίας, της αναγνωστικής ικανότητας και των γλωσσικών δεξιοτήτων. Στη συνέχεια αναλύθηκαν τα αποτελέσματα από τα ζεύγη διδύμων για τυχόν ύπαρξη γενετικού συσχετισμού. Η χρήση πανομοιότυπων διδύμων, που μοιράζονται όλα τα γονίδιά τους, και μη ταυτόσημων δίδυμων που μοιράζονται μόνο τα μισά γονίδιά τους, επέτρεψε στους ερευνητές να διακρίνουν τις διαφορές μεταξύ γενετικών και περιβαλλοντικών επιδράσεων στις γνωστικές ικανότητες των συμμετεχόντων.
Τα ευρήματα έδειξαν ότι η Δυσαναγνωσία και η ΔΕΠΥ είναι πολύπλοκες διαταραχές που επηρεάζονται από πολλούς παράγοντες. Η ΔΕΠΥ σχετίστηκε με μειωμένη ικανότητα να αναστέλλει το παιδί αντιδράσεις σε ερεθίσματα, ενώ η Δυσαναγνωσία συσχετίστηκε με διάφορες αδυναμίες στη γλώσσα και τη μνήμη. Ωστόσο, και οι δύο διαταραχές που σχετίζονται με μια αργή ταχύτητα επεξεργασίας. Επίσης διαπιστώθηκε πως ένας συμμετέχων με μία από τις διαταραχές είχε περισσότερες πιθανότητες να παρουσιάζει και τα συμπτώματα της άλλης. Οι συντάκτες της μελέτης δείχνουν ότι η απόδοση της επεξεργασίας μπορεί να είναι ένας χρήσιμος δείκτης για να αναζητήσουν σε μελλοντικές μελέτες τη σύνδεση μεταξύ των δύο διαταραχών.
Φώτης Παπαναστασίου
Ειδικός Παιδαγωγός