Κερδίστε 10 οικογενειακές προσκλήσεις για τις παιδικές εκθέσεις TOY STORY & ICE AGE του Ιδρύματος Μείζονος Ελληνισμού
14/12/20175 ασκήσεις για πολλαπλές δραστηριότητες γραπτού λόγου σε παιδιά με Δυσλεξία
19/12/2017Η σχολική επιτυχία ορίζεται ως η απουσία προβλημάτων και η επίτευξη υψηλής σχολικής επίδοσης ενώ η έννοια της σχολικής αποτυχίας ταυτίζεται με την αδυναμία κατάκτησης των μαθησιακών στόχων, τη χαμηλή σχολική επίδοση και την παρουσία άλλων συνοδών προβλημάτων (πχ προβλήματα συμπεριφοράς ή συναισθηματικά) (Kupersmidt & Coie, 1990). Έρευνες δείχνουν πως, το τι ακριβώς σημαίνει σχολική επιτυχία ή αποτυχία, βασίζεται σε αυθαίρετα κριτήρια τόσο του ίδιου του ορισμού όσο και των εργαλείων και του τρόπου αξιολόγησης που χρησιμοποιούνται στο εκπαιδευτικό σύστημα. Η μαθητική ανεπάρκεια εκφράζεται σε κοινωνικό επίπεδο (στέρηση εφοδίων για διαμόρφωση του μέλλοντος του παιδιού και της κοινωνικής του εξέλιξης), σε ατομικό και οικογενειακό επίπεδο (προσωπική αποτυχία του παιδιού και της οικογένειας να το στηρίξει) και σε κοινωνικό (η αποτυχία είναι ένδειξη μη εκπλήρωσης της κοινωνικής αποστολής του σχολείου) (Παπαθεοδώρου, 2008).
Σήμερα, στα σχολεία, η σχολική αποτυχία περιλαμβάνει την «αδυναμία μερίδας μαθητών/τριών να φτάσουν στο αναμενόμενο επίπεδο γνώσεων και δεξιοτήτων για κάθε εκπαιδευτική βαθμίδα – αδυναμία που τους οδηγεί στην απόρριψη και επανάληψη της τάξης ή στην προσωρινή ή οριστική εγκατάλειψη του σχολείου. Σχολική αποτυχία θεωρείται ακόμα και ο λειτουργικός αναλφαβητισμός και η χαμηλή επίδοση των παιδιών» (Τουρτούρας, 2012).
Πολλοί ερευνητές έχουν ασχοληθεί τόσο με τους εξωγενείς όσο και με τους ενδογενείς παράγοντες ή τα αίτια που οδηγούν στην σχολική αποτυχία. Κυριαρχούν το κοινωνικο-οικονομικό επίπεδο της οικογένειας (φτώχεια και υλική αποστέρηση), το μορφωτικό επίπεδο των γονιών, οι μετακινήσεις και οι συχνές αλλαγές σχολείου, η μετανάστευση, η γεωγραφική περιοχή του σχολείου, η γλώσσα, η διδακτέα ύλη, οι αλληλεπιδράσεις μαθητών – εκπαιδευτικών, η έλλειψη σχολικής ετοιμότητας και άλλοι (Ρούσσος, 2008, Τουρτούρας, 2012, Τρούλης & Περικλειδάκης, 1999).
Όσο περισσότερα κριτήρια πληροί ένας μαθητής, τόσο μεγαλύτερος ο κίνδυνος να αποτύχει στο σχολείο.
Ζώντας σε μια κοινωνία των επιδόσεων, το αποτέλεσμα της μαθησιακής προσπάθειας, έχει αντίκτυπο στην συναισθηματική, επαγγελματική και κοινωνική εξέλιξη του ατόμου. Ο ανταγωνισμός που δημιουργείται και ενθαρρύνεται από την οικογένεια και το σχολείο, οι προσδοκίες για καλές επιδόσεις, η απόκτηση ακαδημαϊκών προσόντων, θέτουν κανόνες και βάζουν όρια επιτυχίας ή αποτυχίας τα οποία με τη σειρά τους επηρεάζουν τις διδακτικές διαδικασίες, τους στόχους μάθησης και κυρίως τη συμπεριφορά των μαθητών (Κωνσταντίνου, 2007).
Οι τρεις αυτοί άξονες (διαδικασίες, στόχοι και συμπεριφορά μαθητών) έχουν κοινό συντελεστή τα κίνητρα επίδοσης. Τα κίνητρα κατευθύνουν τη συμπεριφορά μας. Τα κίνητρα δημιουργούν επιθυμίες για ικανοποίηση και μαθησιακών αναγκών. Τα κίνητρα επίδοσης σχετίζονται με τις προσπάθειες που καταβάλει ο μαθητής για να πετύχει μια αμοιβή (καλό βαθμό, θετικά σχόλια κλπ).
Τα κίνητρα για μάθηση, υψηλή ή χαμηλή επίδοση και σχολική επιτυχία ή αποτυχία επηρεάζονται από το βαθμό συναισθηματικής ωριμότητας του μαθητή, την γνωστική του κατάσταση (νοητικό δυναμικό), τις στάσεις και τις αξίες που αποκτούν από την οικογένεια, τις θετικές ή αρνητικές ενισχύσεις που δέχονται για την προσπάθεια που καταβάλουν, τα πρότυπα συμπεριφοράς με τα οποία έχουν ταυτιστεί στο σπίτι και στο σχολείο αλλά και από τις ευκαιρίες που τους δίνονται για να φτάσουν τους μαθησιακούς τους στόχους (Γεωργογιάννης, 2012).
Ο ρόλος των γονιών στη διαδικασία μάθησης
Επομένως, μαθητές με υποστηρικτικούς γονείς, των οποίων οι προσδοκίες σχετίζονται με τον βαθμό ωριμότητας του παιδιού τους και την γνωστική του επάρκεια, παρέχουν στο παιδί τους ευκαιρίες για επίτευξη των στόχων τους που θα γεμίσουν τα παιδιά με χαρά και αισιοδοξία, κινητοποιούν τα παιδιά τους ώστε να θέσουν υψηλούς μαθησιακούς στόχους στο σχολείο. Η θετική αυτή στάση απέναντι στη μαθησιακή διαδικασία είναι εμφανής στο σχολείο και ενισχύεται ακόμα περισσότερο αμοίβοντας το παιδί με καλούς βαθμούς κάτι που περαιτέρω κινητοποιεί το παιδί βάζοντας πιο ψηλούς στόχους και προσπαθώντας στο σχολείο. Η συμπεριφορά των παιδιών αυτών χαρακτηρίζεται ως πειθαρχημένη και οριοθετημένη. Στην αντίθετη περίπτωση, η συμπεριφορά των μαθητών χαρακτηρίζεται από απαξίωση προς τη γνώση, αδιαφορία και έλλειψη κινήτρων κάτι που οδηγεί στην αποτυχία.
Αποτυχία δεν είναι μόνο η σχολική εγκατάλειψη αλλά και η συνέχιση φοίτησής ώσπου να ολοκληρωθεί λόγω πιέσεων από γονείς για να περνούν τις τάξεις.
Εδώ δεν αναφερόμαστε σε μαθητές με οργανικά προβλήματα, ειδικές μαθησιακές δυσκολίες, σύνδρομα, νοητική υστέρηση ή διαταραγμένα κλινικά προφίλ. Δεν αναφερόμαστε σε μαθητές που αξιολογούνται από σχολικούς ψυχολόγους, παιδοψυχιάτρους, παιδονευρολόγους και φέρουν διαγνώσεις και εντάσσονται σε προγράμματα στήριξης ή ειδικής εκπαίδευσης. Στην περίπτωση αυτή δεν συζητάμε για σχολική αποτυχία. Τα αίτια είναι διαφορετικά από αυτά στα οποία αναφερθήκαμε στην αρχή του άρθρου αυτού.
Η συμβολή του σχολικού ψυχολόγου
Ο σχολικός ψυχολόγος διαφοροποιεί αυτούς τους μαθητές από εκείνους που αποτυγχάνουν επειδή πλήττουν, βρίσκονται σε σύγχυση (πχ λόγω γλώσσας), φοβούνται ή δέχονται πιέσεις από ενηλίκους, εκφοβίζονται και δέχονται κάποιας μορφής βία στο σπίτι ή στο σχολείο, έχουν βεβαρημένο οικογενειακό ιστορικό, πενθούν, δεν έχουν φίλους, έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση κλπ. Αυτοί οι μαθητές όπου οικογενειακοί, συναισθηματικοί, σχολικοί παράμετροι επηρεάζουν αρνητικά τα κίνητρα για μάθηση και κατ΄επέκταση τη μαθησιακή διαδικασία, είναι πιο πιθανό να εκδηλώσουν αποκλίνουσα συμπεριφορά, απαξίωση προς το σχολείο και να αποτύχουν.
Πηγή: www.infokids.com.cy